Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

«Αυτός κι αυτή, χωρισμένοι από τα κρυστάλλινα σύνορα.Ποια ήταν τα ονόματά τους; Και οι δύο σκέφτηκαν το ίδιο πράγμα. Μπορώ να δώσω σε αυτό τον άνδρα όποιο όνομα μου αρέσει. Και αυτός: κάποιοι φαντάζονται την αγαπημένη τους σαν μια ξένη, αυτός θα φανταζόταν μια ξένη σαν αγαπημένη. Δεν ήταν απαραίτητο να πει «ναι».Αυτή έγραψε το όνομά της στο κρύσταλλο με το κραγιόν της. Το έγραψε ανάποδα, σαν σε κα
θρέφτη: ιερτνο. Έμοιαζε όνομα εξωτικό, μιας θεάς από την Ινδία.Αυτό δίστασε να γράψει το δικό του, τόσο μεγάλο, τόσο ελάχιστα συνηθισμένο στ’αγγλικά. Τυφλά, χωρίς να σκεφτεί, ίσως ανόητα, κομπλεξικά, δεν ξέρει μέχρι σήμερα, έγραψε μόνο την υπηκοότητά του, σονακιξέμ. Αυτή έκανε μια χειρονομία σαν να ζητούσε κάτι περισσότερο, δύο χέρια χωρισμένα, ανοιχτά – κάτι άλλο; Όχι, αρνήθηκε αυτός με το κεφάλι, τίποτε άλλο. Από κάτω άρχισαν να του φωνάζουν, τι κάνεις τόση ώρα εκεί πάνω, δεν τελείωσες, μην τεμπελιάζεις, γρήγορα, είναι κιόλας εννιά, πρέπει να μας μεταφέρουν στο επόμενο κτήριο.Κάτι άλλο, ζητούσε ο μορφασμός, ζητούσε η βουβή φωνή της Όντρεϊ.Αυτός πλησίασε τα χείλια στο κρύσταλλο. Αυτή δεν δίστασε να κάνει το ίδιο. Τα χείλια ενώθηκαν μέσα από το γυαλί. Και οι δύο έκλεισαν τα μάτια. Αυτή δεν τα άνοιξε για αρκετά λεπτά. Όταν ανάκτησε το βλέμμα, αυτός δεν ήταν πια εκεί.»
Carlos Fuentes

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου